Γιώργος Δούκας
Έτσι τουλάχιστον ισχυρίζεται η ομοφυλόφιλη καθηγήτρια της αναπτυξιακής ψυχολογίας και ψυχολογίας της υγείας στο Πανεπιστήμιο της Γιούτας, Lisa Diamond, η οποία έχει προκαλέσει ενθουσιασμό αλλά και ανησυχία σε μέλη της ομοφυλοφιλικής κοινότητας.
Μετά από μια δεκαετή μελέτη που δημοσιεύτηκε το 2009 στο βιβλίο της «Σεξουαλική Ρευστότητα«, που βραβεύτηκε από την Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρεία, η Diamond τάραξε τα νερά, καθώς αμφισβήτησε την κυρίαρχη άποψη ότι η ομοφυλοφιλία είναι μια κατάσταση που δεν μπορεί να αλλάξει. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο η επιστημονική κοινότητα έχει αρχίσει να αναθεωρεί και ορισμένοι δεν διστάζουν να αποκαλέσουν την γενίκευση της άποψης αυτής ως μύθο.
Η Diamond μελέτησε εκατό γυναίκες για περισσότερα από δέκα χρόνια, καθώς μετέβαιναν από την εφηβεία στην ενηλικότητα και εντόπισε σημαντική μεταβλητότητα του σεξουαλικού προσανατολισμού, καθώς οι γυναίκες της έρευνας ερωτεύονταν διαδοχικά άντρες και γυναίκες, ενώ η σεξουαλική τους ταυτότητα άλλαζε παράλληλα με τις έλξεις τους. Οι μεταβολές αυτές δεν ήταν απαραίτητα πάντα εντυπωσιακές (μια ακραία μετατόπιση από τον ετεροφυλοφιλικό προσανατολισμό στον ομοφυλοφιλικό και το αντίθετο), αλλά επέτρεπαν στο πρόσωπο να αισθανθεί έλξη από περισσότερα φύλα ή ακόμη και από ένα μόνο πρόσωπο, το οποίο δεν χωρούσε προηγουμένως στα πλαίσια της σεξουαλικής του ταυτότητας.
Σε άλλη έρευνά της, η Diamond βρήκε ότι περισσότερες από μία στις τέσσερις γυναίκες που συμμετείχαν εγκατέλειψαν τις ομοφυλοφιλικές/αμφιφυλοφιλικές ταυτότητές τους μέσα σε ένα διάστημα πέντε ετών. Οι μισές εξ αυτών επανέκτησαν ετεροφυλοφιλικές ταυτότητες, ενώ οι μισές απέρριψαν όλους τους ταυτοτικούς προσδιορισμούς. Είναι αξιοσημείωτο μάλιστα ότι αυτές οι γυναίκες δεν διαφέρουν από εκείνες που διατήρησαν τις μη ετεροφυλοφιλικές τους ταυτότητες, ούτε ως προς την ηλικία στην οποία βίωσαν κομβικές εμπειρίες διαμόρφωσης της σεξουαλικής τους ταυτότητας, ούτε ως προς τους παράγοντες που επιτάχυναν την σεξουαλική τους αναζήτηση, ούτε και ως προς την ύπαρξη «ομοφυλοφιλικών ενδείξεων» κατά την παιδική ηλικία.
Παρόμοια μοτίβα, αν και με μικρότερη ένταση εμφανίζονται και στους άντρες. Σε έρευνα της Sabra Katz, καθηγήτριας εφηβικής υγείας στο Πανεπιστήμιο του Harvard, το 52% των μη ετεροφυλόφιλων ανδρών ηλικίας 18-26 ετών, που συμμετέσχε στην έρευνα, ανέφεραν αλλαγές στις σεξουαλικές τους έλξεις, που οδήγησε σχεδόν το 18% των συμμετασχόντων να μεταβάλει την σεξουαλική του ταυτότητα.
Σε μια έρευνά της παρόμοιου σχεδιασμού, η Katz διαπίστωσε ότι η πίστη στη μεταβλητότητα της σεξουαλικότητας αποτελούσε κυρίαρχο χαρακτηριστικό των προσώπων που εμφάνισαν ρευστότητα στις σεξουαλικές τους έλξεις.
Μια άλλη έρευνα της Diamond, βασισμένη σε διαχρονική μελέτη, οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η ετεροφυλοφιλική ταυτότητα είναι η πιο σταθερή ταυτότητα (αλλάζει λιγότερο), ενώ η αμφιφυλοφιλική ταυτότητα είναι η πιο ασταθής (αλλάζει περισσότερο), τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες. Στις γυναίκες, η ομοφυλοφιλική ταυτότητα είναι εξίσου ασταθής με την αμφιφυλοφιλική, ενώ αντίθετα οι άντρες με ομοφυλοφιλική ταυτότητα παρουσιάζουν μικρότερη σεξουαλική ρευστότητα από τους άνδρες με αμφιφυλοφιλική ταυτότητα.
Τέλος, μια αντιπροσωπευτική έρευνα του καθηγητή κοινωνιολογίας του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνιας Christopher Scheitle κατέληξε ότι η υψηλότερη θρησκευτικότητα σχετιζόταν με μεγαλύτερη σεξουαλική ρευστότητα στους συμμετέχοντες με ομοφυλοφιλική ταυτότητα. Η τάση αυτή, μάλιστα, επιβεβαιώθηκε ανεξάρτητα από τον συντηρητισμό ή τον φιλελευθερισμό των αντίστοιχων θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Πλέον, έχει αρχίζει να γίνεται σαφής η περιπλοκότητα της ανθρώπινης σεξουαλικότητας. Όπως αναφέρει το πανεπιστήμιο του Stanford, μπορεί μετά από χρόνια, το ίδιο πρόσωπο να δει τις σεξουαλικές, ερωτικές ή αισθητικές έλξεις και ταυτότητές του να αλλάζουν, μετά από εμπειρίες σε ένα διαφορετικό περιβάλλον και αλληλεπίδραση με διαφορετικές κοινότητες, ή ως αποτέλεσμα προσωπικής και πνευματικής αναζήτησης, μιας σημαντικής καθοριστικής σεξουαλικής ή ερωτικής εμπειρίας, προσωπικής επιλογής ή και κάποιου συνδυασμού όλων αυτών ή και για κάποιον τελείως διαφορετικό λόγο.
Για τον λόγο αυτό, η Diamond παρακινεί την ομοφυλοφιλική κοινότητα να εγκαταλείψει τα επιχειρήματά της που στηρίζονται στο αμετάβλητο του σεξουαλικού προσανατολισμού («born this way»), καθώς αυτά καθίστανται πλέον αντιεπιστημονικά, δεδομένων των όσων γνωρίζουμε από τη μελέτη των φυσικών αλλαγών των σεξουαλικών έλξεων ορισμένων προσώπων μέσα στο χρόνο.
Πηγή: omofylofilia.gr
Συνάθροιση: Η θέση μας είναι πως ένας άνθρωπος που βιώνει ομόφυλες έλξεις δεν γεννιέται μ' αυτές, αλλά είτε υποσυνείδητα λόγω βiωμάτων είτε συνειδητά το επιλέγει. Στη δεύτερη περίπτωση πάλι υπάρχει πιθανότητα να έχουν ευθύνη βιώματα κυρίως παιδικής η προεφηβικής ηλικίας. Το παραπάνω άρθρο θέτει τις βάσεις κατά την ταπεινή μας άποψη για μία σειρά λογικών ερωτημάτων που ίσως υπάρχει δυνατότητα να συζητηθούν με μή φανατισμένους συνομιλητές.
Αν κάποιοι ομοφυλόφιλοι αλλάζουν ερωτικές προτιμήσεις ανάμεσα στα δύο φύλα και πολλοί εξ αυτών από ομοφυλόφιλοι στρέφονται μόνιμα στην ετεροφυλοφιλία, πώς μπορούμε να ισχυριστούμε πως γεννήθηκαν ομοφυλόφιλοι αφού οι ίδιοι επέλεξαν κάποια στιγμή να στραφούν στο άλλο φύλο;
Κάποιος που γεννιέται με προδιαγεγραμμένο σεξουαλικό προσανατολισμό δεν είναι δυνατόν, αφού εκ γενετής είν' έτσι η σεξουαλικότητα του, να την αλλάξει. Άρα μήπως τελικά η γνώμη πολλών, πως οι ομοφυλόφιλοι έτσι γεννιούνται, είναι λάθος; Μήπως η άποψη της επιστημονικής κοινότητος μέχρι το 1973 ήταν η ορθή;
Παρακάτω μερικά βίντεο μ' ομιλίες πρώην ομοφυλοφίλων που ελευθερώθηκαν, με την στροφή τους στον Χριστό, απ' το πάθος τους.
https://www.youtube.com/watch?v=rp8cOEy2664&t=3s
https://www.youtube.com/watch?v=DuFWJsJCBPM
https://www.youtube.com/watch?v=s-9X6X5aFKo&t=4s
Έτσι τουλάχιστον ισχυρίζεται η ομοφυλόφιλη καθηγήτρια της αναπτυξιακής ψυχολογίας και ψυχολογίας της υγείας στο Πανεπιστήμιο της Γιούτας, Lisa Diamond, η οποία έχει προκαλέσει ενθουσιασμό αλλά και ανησυχία σε μέλη της ομοφυλοφιλικής κοινότητας.
Μετά από μια δεκαετή μελέτη που δημοσιεύτηκε το 2009 στο βιβλίο της «Σεξουαλική Ρευστότητα«, που βραβεύτηκε από την Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρεία, η Diamond τάραξε τα νερά, καθώς αμφισβήτησε την κυρίαρχη άποψη ότι η ομοφυλοφιλία είναι μια κατάσταση που δεν μπορεί να αλλάξει. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο η επιστημονική κοινότητα έχει αρχίσει να αναθεωρεί και ορισμένοι δεν διστάζουν να αποκαλέσουν την γενίκευση της άποψης αυτής ως μύθο.
Η Diamond μελέτησε εκατό γυναίκες για περισσότερα από δέκα χρόνια, καθώς μετέβαιναν από την εφηβεία στην ενηλικότητα και εντόπισε σημαντική μεταβλητότητα του σεξουαλικού προσανατολισμού, καθώς οι γυναίκες της έρευνας ερωτεύονταν διαδοχικά άντρες και γυναίκες, ενώ η σεξουαλική τους ταυτότητα άλλαζε παράλληλα με τις έλξεις τους. Οι μεταβολές αυτές δεν ήταν απαραίτητα πάντα εντυπωσιακές (μια ακραία μετατόπιση από τον ετεροφυλοφιλικό προσανατολισμό στον ομοφυλοφιλικό και το αντίθετο), αλλά επέτρεπαν στο πρόσωπο να αισθανθεί έλξη από περισσότερα φύλα ή ακόμη και από ένα μόνο πρόσωπο, το οποίο δεν χωρούσε προηγουμένως στα πλαίσια της σεξουαλικής του ταυτότητας.
Σε άλλη έρευνά της, η Diamond βρήκε ότι περισσότερες από μία στις τέσσερις γυναίκες που συμμετείχαν εγκατέλειψαν τις ομοφυλοφιλικές/αμφιφυλοφιλικές ταυτότητές τους μέσα σε ένα διάστημα πέντε ετών. Οι μισές εξ αυτών επανέκτησαν ετεροφυλοφιλικές ταυτότητες, ενώ οι μισές απέρριψαν όλους τους ταυτοτικούς προσδιορισμούς. Είναι αξιοσημείωτο μάλιστα ότι αυτές οι γυναίκες δεν διαφέρουν από εκείνες που διατήρησαν τις μη ετεροφυλοφιλικές τους ταυτότητες, ούτε ως προς την ηλικία στην οποία βίωσαν κομβικές εμπειρίες διαμόρφωσης της σεξουαλικής τους ταυτότητας, ούτε ως προς τους παράγοντες που επιτάχυναν την σεξουαλική τους αναζήτηση, ούτε και ως προς την ύπαρξη «ομοφυλοφιλικών ενδείξεων» κατά την παιδική ηλικία.
Παρόμοια μοτίβα, αν και με μικρότερη ένταση εμφανίζονται και στους άντρες. Σε έρευνα της Sabra Katz, καθηγήτριας εφηβικής υγείας στο Πανεπιστήμιο του Harvard, το 52% των μη ετεροφυλόφιλων ανδρών ηλικίας 18-26 ετών, που συμμετέσχε στην έρευνα, ανέφεραν αλλαγές στις σεξουαλικές τους έλξεις, που οδήγησε σχεδόν το 18% των συμμετασχόντων να μεταβάλει την σεξουαλική του ταυτότητα.
Σε μια έρευνά της παρόμοιου σχεδιασμού, η Katz διαπίστωσε ότι η πίστη στη μεταβλητότητα της σεξουαλικότητας αποτελούσε κυρίαρχο χαρακτηριστικό των προσώπων που εμφάνισαν ρευστότητα στις σεξουαλικές τους έλξεις.
Μια άλλη έρευνα της Diamond, βασισμένη σε διαχρονική μελέτη, οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η ετεροφυλοφιλική ταυτότητα είναι η πιο σταθερή ταυτότητα (αλλάζει λιγότερο), ενώ η αμφιφυλοφιλική ταυτότητα είναι η πιο ασταθής (αλλάζει περισσότερο), τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες. Στις γυναίκες, η ομοφυλοφιλική ταυτότητα είναι εξίσου ασταθής με την αμφιφυλοφιλική, ενώ αντίθετα οι άντρες με ομοφυλοφιλική ταυτότητα παρουσιάζουν μικρότερη σεξουαλική ρευστότητα από τους άνδρες με αμφιφυλοφιλική ταυτότητα.
Τέλος, μια αντιπροσωπευτική έρευνα του καθηγητή κοινωνιολογίας του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνιας Christopher Scheitle κατέληξε ότι η υψηλότερη θρησκευτικότητα σχετιζόταν με μεγαλύτερη σεξουαλική ρευστότητα στους συμμετέχοντες με ομοφυλοφιλική ταυτότητα. Η τάση αυτή, μάλιστα, επιβεβαιώθηκε ανεξάρτητα από τον συντηρητισμό ή τον φιλελευθερισμό των αντίστοιχων θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Πλέον, έχει αρχίζει να γίνεται σαφής η περιπλοκότητα της ανθρώπινης σεξουαλικότητας. Όπως αναφέρει το πανεπιστήμιο του Stanford, μπορεί μετά από χρόνια, το ίδιο πρόσωπο να δει τις σεξουαλικές, ερωτικές ή αισθητικές έλξεις και ταυτότητές του να αλλάζουν, μετά από εμπειρίες σε ένα διαφορετικό περιβάλλον και αλληλεπίδραση με διαφορετικές κοινότητες, ή ως αποτέλεσμα προσωπικής και πνευματικής αναζήτησης, μιας σημαντικής καθοριστικής σεξουαλικής ή ερωτικής εμπειρίας, προσωπικής επιλογής ή και κάποιου συνδυασμού όλων αυτών ή και για κάποιον τελείως διαφορετικό λόγο.
Για τον λόγο αυτό, η Diamond παρακινεί την ομοφυλοφιλική κοινότητα να εγκαταλείψει τα επιχειρήματά της που στηρίζονται στο αμετάβλητο του σεξουαλικού προσανατολισμού («born this way»), καθώς αυτά καθίστανται πλέον αντιεπιστημονικά, δεδομένων των όσων γνωρίζουμε από τη μελέτη των φυσικών αλλαγών των σεξουαλικών έλξεων ορισμένων προσώπων μέσα στο χρόνο.
Πηγή: omofylofilia.gr
Συνάθροιση: Η θέση μας είναι πως ένας άνθρωπος που βιώνει ομόφυλες έλξεις δεν γεννιέται μ' αυτές, αλλά είτε υποσυνείδητα λόγω βiωμάτων είτε συνειδητά το επιλέγει. Στη δεύτερη περίπτωση πάλι υπάρχει πιθανότητα να έχουν ευθύνη βιώματα κυρίως παιδικής η προεφηβικής ηλικίας. Το παραπάνω άρθρο θέτει τις βάσεις κατά την ταπεινή μας άποψη για μία σειρά λογικών ερωτημάτων που ίσως υπάρχει δυνατότητα να συζητηθούν με μή φανατισμένους συνομιλητές.
Αν κάποιοι ομοφυλόφιλοι αλλάζουν ερωτικές προτιμήσεις ανάμεσα στα δύο φύλα και πολλοί εξ αυτών από ομοφυλόφιλοι στρέφονται μόνιμα στην ετεροφυλοφιλία, πώς μπορούμε να ισχυριστούμε πως γεννήθηκαν ομοφυλόφιλοι αφού οι ίδιοι επέλεξαν κάποια στιγμή να στραφούν στο άλλο φύλο;
Κάποιος που γεννιέται με προδιαγεγραμμένο σεξουαλικό προσανατολισμό δεν είναι δυνατόν, αφού εκ γενετής είν' έτσι η σεξουαλικότητα του, να την αλλάξει. Άρα μήπως τελικά η γνώμη πολλών, πως οι ομοφυλόφιλοι έτσι γεννιούνται, είναι λάθος; Μήπως η άποψη της επιστημονικής κοινότητος μέχρι το 1973 ήταν η ορθή;
Παρακάτω μερικά βίντεο μ' ομιλίες πρώην ομοφυλοφίλων που ελευθερώθηκαν, με την στροφή τους στον Χριστό, απ' το πάθος τους.
https://www.youtube.com/watch?v=rp8cOEy2664&t=3s
https://www.youtube.com/watch?v=DuFWJsJCBPM
https://www.youtube.com/watch?v=s-9X6X5aFKo&t=4s
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου